ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ


5. Υπόγεια ύδατα

Οι λεκάνες απορροής (ή αποστράγγισης) των επιφανειακών υδάτων συνοδεύονται από ένα δίκτυο υπόγειων νερών, το οποίο, όμως, δεν ακολουθεί πάντα την ίδια πορεία με τα επιφανειακά ύδατα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα υπόγεια ύδατα συχνά να υπάγονται σε διαφορετική λεκάνη απορροής από τα επιφανειακά. Παρόλα αυτά, τα υπόγεια νερά δεν μπορούν να διαχωριστούν από τα επιφανειακά νερά, επειδή επηρεάζουν και επηρεάζονται τόσο από την ποιότητα όσο και από την ποσότητα αυτών.

Τα υπόγεια ύδατα είναι τα αποθέματα γλυκού νερού που βρίσκονται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, συνήθως στη στεριά, αλλά και κάτω από τον πυθμένα της θάλασσας, κοντά στις ακτές. Σε αρκετά σπήλαια συναντούμε εκτεταμένα υπόγεια ποτάμια και λίμνες (π.χ. σπήλαιο Δηρού, σπήλαιο των Λιμνών). Τα υπόγεια νερά συνήθως καταλαμβάνουν τον κενό χώρο μεταξύ των πετρωμάτων. Η υπόγεια περιοχή στην οποία συγκρατείται το νερό ονομάζεται υδροφορέας. Το νερό φτάνει στους υδροφορείς μέσα από πορώδη, κυρίως αμμώδη, εδάφη. Μεταξύ των μικρών σωματιδίων που συνθέτουν τα πορώδη εδάφη υπάρχουν κενά τα οποία επιτρέπουν την αποστράγγιση του νερού. Αντίθετα, τα αργιλώδη εδάφη είναι μη διαπερατά, οπότε σταματούν τη διέλευση του νερού. Επομένως, για να δημιουργηθεί ένας υδροφορέας θα πρέπει η επιφάνεια του εδάφους να καλύπτεται από αμμώδη πετρώματα και κάτω από αυτά να υπάρχουν αργιλώδη πετρώματα.
Υπάρχουν τρία είδη υπόγειων υδροφορέων: οι ελεύθεροι, οι αρτεσιανοί και ο ενδιάμεσος τύπος των ημι-αρτεσιανών. Οι ελεύθεροι ή φρεατικοί υδροφορείς συνήθως βρίσκονται πιο κοντά στην επιφάνεια του εδάφους, εκεί όπου δεν υπάρχει κάποιο στρώμα πετρωμάτων που να περιορίζει την άμεση επαφή του υπόγειου νερού με την επιφάνεια του εδάφους. Έτσι, οι υδροφορείς αυτοί δέχονται νερό κατευθείαν από την επιφάνεια του εδάφους είτε μέσω της βροχής είτε μέσω κάποιου ποταμού ή λίμνης. Αντίθετα, οι αρτεσιανοί υδροφορείς έχουν στο πάνω μέρος τους ένα περιοριστικό στρώμα πετρωμάτων και συχνά βρίσκονται κάτω από έναν ελεύθερο υδροφορέα (εικόνα 47).

Εικόνα 47: Υπόγειοι υδροφορείς (WikipediaFreeware)

Ο εμπλουτισμός των υδροφορέων μπορεί να επιτευχθεί φυσικά (με τη βροχή και τα επιφανειακά ύδατα) ή τεχνητά. Το νερό μπορεί να παραμείνει στους υπόγειους υδροφορείς για πάρα πολλά χρόνια μέχρι και χιλιετίες, πριν βγει στην επιφάνεια, για αυτό και οι υδροφορείς χαρακτηρίζονται ως ταμιευτήρες μεγάλης διάρκειας. Αντίθετα, τα επιφανειακά ύδατα αποτελούν αποθέματα νερού μικρής διάρκειας. Το νερό των υπόγειων υδροφορέων βγαίνει στην επιφάνεια του εδάφους μέσω φυσικών πηγών ή γεωτρήσεων. Τέτοιες φυσικές πηγές μπορούν να σχηματίσουν υγρότοπους (λίμνες, ποτάμια, έλη) ή ακόμα και οάσεις στην έρημο. Ο ρυθμός εμπλουτισμού των υπόγειων υδροφορέων καθορίζει τη διαχείριση των υπόγειων υδάτων, καθώς η υπεράντληση νερού μπορεί να προκαλέσει εξάντληση του νερού του υδροφορέα.